Σε ένα καταπράσινο δάσος με πεύκα και πλατάνια ζει ανέμελος και χαρούμενος μαζί με τους φίλους του ο Κιτρινοραμφούλης.Ένα πουλί κατάλευκο ,με κίτρινη μύτη,ψηλόλιγνα πόδια και μαγική φωνή....Ένα πουλί-ερωδιός, πάντα γελαστός. Και, πώς να μην είναι; Ο Κιτρινοραμφούλης κάθε πρωί ξεκινάει για τη λίμνη και εκεί τσαλαβουτώντας στα ρηχά βρίσκει την τροφή του,μικρά ψαράκια και φυτά του βυθού.Όμως,περισσότερο ο χαμογελαστός μας φίλος χαίρεται και διασκεδάζει, παρά δουλεύει....τα γέλια του αντηχούν σε όλο το δάσος,καθώς δε σταματά να κάνει μπουρμπουλήθρες και να δροσίζει τα φτερά του με καθαρό νερό..Και όταν φτάσει πια το μεσημέρι ,αφού ξεκουραστεί κάτω από το βαθύσκιωτο πεύκο ,τότε έρχεται η αγαπημένη του ώρα....όλοι οι φίλοι του και τα παιδιά από τα διπλανά χωριά έρχονται κοντά του να τον ακούσουν να τους εξιστορεί με τη μαγική του φωνή :«...τι έγινε με τη χαμένη πριγκίπισσα, ποιος βρήκε τον κρυμμένο θησαυρό ή πως λύθηκαν τα μάγια της βασιλοπούλας» ,αλλά και άλλες τέτοιες παράξενες ιστορίες γεμάτες μυστήριο και δράση. Πολλές από αυτές βέβαια τις ιστορίες είναι αληθινές, μιας και ο Κιτρινοραμφούλης τους διηγείται όσα είδαν τα μάτια του από τα ταξίδια του πέρα από τούτο το δάσος και πέρα από τούτη τη θάλασσα που το συντροφεύει....
Η σημερινή όμως, μέρα δεν ξεκίνησε και τόσο χαρούμενα για αυτόν.Ένα περίεργο όνειρο τον έχει αναστατώσει πολύ: Ήταν λέει, κολλημένος στη θάλασσα, τα δυο του πόδια βυθίζοταν σε ένα παχύ μαύρο υγρό και τα λευκά του φτερά βρώμικα πια και κατάμαυρα κολλούσαν από την πίσσα. Προσπαθούσε να πετάξει ,αλλά μάταια... δε μπορούσε με τίποτα να ξεκολλήσει.Ήταν εγκλωβισμένος σε μια παχύρευστη ρυπαρή μάζα, γύρω του όλα τα ψάρια επέπλεαν νεκρά....Το πρωί ξύπνησε ανήσυχος ,η διαίσθησή του τού έλεγε πως κάτι δεν πήγαινε καλά....αυτό το όνειρο προμήνυε άσχημα μαντάτα.
Και δεν ήταν μόνο αυτό. Είχαν περάσει μέρες τώρα και δεν είχε φανεί πουθενά κανένας φίλος του από το δάσος, μήτε παιδί, μήτε ζωάκι. Τι να είχε γίνει;Πού είχαν εξαφανιστεί όλοι;Ήξερε πως τα παιδιά κάθε δυο μέρες το πολύ τον αναζητούσαν στο δάσος για να τους διηγηθεί τα παραμύθια του.Τον καλούσαν με τις αθώες φωνούλες τους και τα χαχανητά τους και φτιάχνοντας έναν κύκλο τον έβαζαν στη μέση για να τον ακούν όλοι το ίδιο καλά...τέντωναν τα αυτιά τους,έκλειναν τα μάτια και ταξίδευαν με τη φαντασία τους σε κάθε βουνό,ρυάκι,πόλη ή νησί που ο Κιτρινοραμφούλης τους έλεγε .Και τώρα;γιατί δεν άκουγε ούτε ένα ψίθυρο;
-τι να έγινε άραγε; μήπως με ξέχασαν; -μήπως δεν τους αρέσουν πια οι ιστορίες;
-μήπως δεν είμαι πια ο φίλος τους;
σιγομουρμούριζε περπατώντας πάνω - κάτω με τα ψηλά, λεπτά του πόδια .....ίσως τα παιδιά να ξεχάστηκαν με το παιχνίδι, ίσως να έμειναν στο σπίτι μετά από την ξαφνική νεροποντή που έκανε πριν λίγες μέρες, ίσως διαβάζουν τα μαθήματά τους και δεν προλαβαίνουν, ίσως…
Όμως, ό, τι και να σκέπτονταν δε μπορούσε να ξεχαστεί ,ούτε μπορούσε να ησυχάσει.
-Σίγουρα κάτι έχει συμβεί, κάτι πολύ άσχημο, πετάχτηκε αποφασισμένος ,και θα το μάθω πολύ σύντομα. Γιαυτό και αποφάσισε να πετάξει μέχρι το ξέφωτο του δάσους, εκεί που ήταν το σημείο συνάντησης με τους φίλους του, κάτω από το μεγάλο, γέρικο πεύκο.Προς μεγάλη του απογοήτευση, οι φόβοι του βγήκαν αληθινοί.Πουθενά δεν υπήρχε ούτε κανένα από τα παιδιά, μα ούτε και κανένα από τα ζώα του δάσους. Μια τρομακτική σιγή απλώνονταν παντού, λες και στο δάσος είχε σταματήσει κάθε ίχνος ζωής.Ο Κιτρινοραμφούλης δε δίστασε. Περπάτησε προσεχτικά στα μονοπάτια που άλλοτε γέμιζαν από παιδικές φωνές, έψαξε στις φωλιές των ζώων, πέταξε και κοίταξε ψηλά στις φωλιές των πουλιών.Πουθένα ,κανένα σημάδι από τους φίλους του.
-« τι έγινε; που χάθηκαν όλοι;» συλλογίστηκε. Συνέχισε να περπατά απορημένος, διέσχισε το δάσος και σιγά σιγά πήρε το κατηφορικό μονοπάτι που οδηγούσε προς τη θάλασσα.Από μακριά ακούγοταν θόρυβος, ασύνδετες λέξεις ,φασαρία...φωνές άγνωστες και άγριες έφταναν στα αυτιά του. Φωνές γεμάτες οργή και θυμό, σκόρπιες λέξεις και αναστάτωση…όσο όμως πλησίαζε τα πράγματα γινόταν πιο ξεκάθαρα,κάποιες φωνές του φαίνοταν γνωστές ...
Τίναξε τότε τα ολόλευκα φτερά του και πέταξε γρήγορα στο μέρος που ακούγονταν η φασαρία για να διαπιστώσει τι συμβαίνει. Από ψηλά αντίκρυσε ένα ασυνήθιστο θέαμα:Πλήθος κόσμου ήταν συγκεντρωμένο στην παραλία και μαζί με αυτόν τα παιδιά και τα ζωάκια του δάσους που τόσες μέρες είχε να συναντήσει. Δεν μπορούσε όμως να χαρεί, γιατί τα πρόσωπά τους έμοιαζαν τόσο σκυθρωπά...κάτι τα απασχολούσε...έπρεπε λοιπόν γρήγορα να μάθει...Σήκωσε ψηλά το μακρύ λαιμό του και έριξε γύρω γύρω μια προσεχτική ματιά.Η εικόνα που αντίκρισε ήταν τρομακτική: στην άλλοτε γαλάζια θάλασσα είχε απλωθεί μια πηχτή κατάμαυρη γυαλιστερή μπογιά που κινούταν αργά και απειλητικά προς την παραλία και νόμιζες πως θα σε καταπιεί. Στην ακτή το θέαμα ήταν εξίσου αποκρουστικό: μικρά, ψόφια ψαράκια βουτηγμένα στη μαύρη μπογιά είχαν γεμίσει την παραλία. Πλησίασε τα παιδιά και τα ζώα του δάσους και ρώτησε να μάθει τι συμβαίνει. Ο Κιτρινοραμφούλης νόμισε ότι βλέπει και πάλι κάποιο άσχημο όνειρο ή ότι ακούει αυτός τώρα μια ιστορία από τους φίλους του, μα μια ιστορία τόσο τρομαχτική που δεν μπορούσε να πιστέψει πως ήταν και αληθινή.
…ένα μεγάλο πλοίο, μάλλον ένα δεξαμενόπλοιο, με έναν περίεργο τρόπο χτύπησε στα βράχια, άρχισε να εξιστορεί ένα από τα παιδιά…
….κανείς δεν ξέρει το γιατί, συνέχισε ένας μικρός κότσυφας, κάποιοι λένε πως φταίει μια ξαφνική ανεμοθύελλα που το έσπρωξε στα βράχια
…άλλοι λένε πως ήταν ανθρώπινο λάθος και πως ο καπετάνιος του πλοίου δεν πρόσεξε και προσάραξε στα βράχια, συνέχισε ο σκίουρος
..το πλοίο όμως δεν άντεξε, σχίστηκε στα δυο, αναστέναξε η σοφή κουκουβάγια
..και το χειρότερο δεν είναι αυτό, γιατί το πλοίο, όπως είπαν τα παιδιά, ήταν δεξαμενόπλοιο, που σημαίνει ,ότι κουβαλούσε πετρέλαιο.. το πετρέλαιο αυτό χύθηκε στη θάλασσα, ίσως όχι όλο, μα σίγουρα πολύ για να προκαλέσει μια τέτοια οικολογική καταστροφή ,είπε γεμάτος θλίψη ένας ολόλευκος γλάρος που ζούσε με την οικογένειά του κοντά στην ακτή.
Δεξαμενόπλοιο, πετρέλαιο, απροσεξία, μαύρη θάλασσα, όλες αυτές οι λέξεις αντηχούσαν στα αυτιά του Κιτρινοραμφούλη και τον φόβιζαν.Κατάλαβε αμέσως πως το ατύχημα του πλοίου είχε προκαλέσει μια μικρή πετρελαιοκηλίδα στη θάλασσα που,αν δεν αναλάμβαναν δράση αμέσως,θα μεγάλωνε και θα προκαλούσε τεράστια ζημιά όχι μόνο στη θάλασσα,αλλά και στην ακτή...Ανήσυχος, και αφού βεβαιώθηκε πως από το πλήρωμα του πλοίου δεν είχε κινδυνεύσει κανείς , αποφάσισε να βρει λύση.
-Δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο! πρέπει πολύ γρήγορα να βρεθεί λύση, φώναξε τότε από ψηλά και σε όλους ο Κιτρινοραμφούλης.
-δεν υπάρχει λύση , βροντοφώναξε ένας από τους μεγάλους της παρέας.Πώς να καθαρίσουμε μια πετρελαιοκηλίδα; κανείς δε συμφωνεί!
-Η λύση υπάρχει αγαπητοί μου και είναι μία! αποκρίθηκε ο κύριος Ακρίδας, ένας κύριος ψηλός,ξερακιανός με γαλάζιο κοστούμι και ένα χρυσό,πανάκριβο ρολόι να αστράφτει στο δεξί του χέρι... Η εταιρεία μου, στην οποία ανήκει και το πλοίο, αναλαμβάνει την ευθύνη και θα καθαρίσει την πετρελαιοκηλίδα σκορπώντας χημικά διαλυτικά!
Η διαβεβαίωση του πλοιοκτήτη προκάλεσε σε όλους ανακούφιση!Α!τι καλά,άρχισαν να φωνάζουν...-άδικα ανησυχήσαμε!Η λύση είναι τόσο απλή !
Στα ζωάκια όμως κάτι δεν άρεσε, το ίδιο και στα παιδιά. Κοίταξαν με αγωνία τον Κιτρινοραμφούλη. Ανάμεσα στις τόσες ιστορίες που τους είχε διηγηθεί δεν είχε παραλείψει να τους περιγράψει για τη ζωή που υπάρχει στο βυθό της θάλασσας. Ένας ολάκερος κόσμος κάτω από το νερό: ψάρια, φύκια , κοχύλια. κοράλλια, χταπόδια, αχινοί, αστερίες …ένας κόσμος που τώρα θα κινδύνευε σοβαρά από μια απερίσκεπτη κίνηση.
-τα χημικά διαλυτικά δε θα καθαρίσουν μόνο το πετρέλαιο! θα καταστρέψουν και το βυθό της θάλασσας ! φώναξε τότε ο Κιτρινοραμφούλης και μαζί με αυτόν φώναξαν τα παιδιά ,μα και όλα τα ζώα του δάσους που αγαπούσαν τόσο τα ζώα του βυθού.
-θα καθαρίσουμε το πετρέλαιο, αλλά με άλλο τρόπο! συνέχισε ο Κιτρινοραμφούλης,
ενώ η παρέα των εφοπλιστών συνέχισε να διαμαρτύρεται.
- Δεν υπάρχει άλλος τρόπος επέμειναν! Μόνο έτσι θα κερδίσουμε χρόνο και όπως ξέρετε ο χρόνος είναι χρήμα!!! Ο Κιτρινοραμφούλης όμως, ήταν σα να μην τους άκουγε. Είχε κιόλας οργανώσει μια μεγάλη ομάδα που θα βοηθούσε στον καθαρισμό της θάλασσας και άρχισε να τους κατευθύνει εξηγώντας τους πως έπρεπε να είναι πολύ προσεχτικοί : θα βουτούσαν μεγάλα μαλακά σφουγγάρια και θα ρουφούσαν το πετρέλαιο από την επιφάνεια της θάλασσας .Στη συνέχεια θα το άδειαζαν σε δοχεία που τα άλλα ζώα θα μετέφεραν σε ασφαλές σημείο, στους «σταθμούς διάθεσης», μακριά απ΄ αυτήν.
Μια ομάδα ερωδιών και μια ομάδα φλαμίνγκο ήταν αυτοί που θα βουτούσαν στο μολυσμένο νερό και με τη βοήθεια του ράμφους τους που θα το χρησιμοποιούσαν σα λαβίδα, θα βουτούσαν τα σφουγγάρια για να ρουφήξουν το πετρέλαιο.
- εσείς μικροί ερωδιοί ,μαζί με τα φλαμίνγκο κρατήστε με το ράμφος σας σφουγγάρια του βυθού
και δίχως να διστάζετε, βουτήξτε από ψηλά,
ρουφήξτε το πετρέλαιο πολύ προσεχτικά!
Η φωνή του Κιτρινοραμφούλη όμως, είχε φτάσει και μέχρι το απέναντι αγρόκτημα που απλωνόταν στους πρόποδες ενός μικρού, καταπράσινου λόφου. Εκείνη την ώρα η κυρά Κολοκύθα μαζί με άλλες κολοκύθες είχαν χορτάσει με κρύο δροσερό νερό από το καθημερινό πότισμα της κυρά Χαρούλας και νωχελικά λιαζόταν κάτω από τις ζεστές, χρυσοκίτρινες ακτίνες του ήλιου. Η πιο χοντρή και ζουμερή κολοκύθα που τον άκουσε, άνοιξε τα μάτια της, τέντωσε αργά αργά το δυσκίνητο σώμα της και είπε στις άλλες χοντροκολοκύθες:
-νομίζω πως αρκετά τεμπελιάσαμε και πως ήρθε η ώρα να βοηθήσουμε τον Κιτρινοραμφούλη! Έτσι ,αποχωρίστηκαν για λίγο την ξενοιασιά και κυλώντας έφτασαν ως την παραλία όπου ήταν όλοι συγκεντρωμένοι. -εμείς μπορούμε να γίνουμε πολύ ωραία δοχεία που σε αυτά θα αδειάζετε το πετρέλαιο, είπαν χαρούμενες στον Κιτρινοραμφούλη και αμέσως πήραν θέση μαζί με τα παιδιά και τα ζωάκια του δάσους
Ο σκίουρος, ο λαγός, η χελώνα, η αλεπού , ο κότσυφας και η γαλαζοπαπαδίτσα, ακόμα και το μικρό μυρμήγκι θα βοηθούσαν στη μεταφορά! -Πρώτα θα καθαρίσουμε το πετρέλαιο και μετά θα ρυμουλκήσετε τα πλοίο σας, για αυτό καλά θα κάνετε να μας βοηθήσετε ,είπαν τα ζωάκια στους πλοιοκτήτες και στρώθηκαν στη δουλειά. Δεν ήταν καθόλου εύκολο, μα ήξεραν πως θα τα καταφέρουν!
Οι ιδιοκτήτες του πλοίου ενοχλήθηκαν, δεν τους άρεσε καθόλου η ιδέα να περιμένουν τόσες ώρες για να καθαριστεί η θάλασσα και να μπορέσουν να ρυμουλκήσουν το πλοίο τους.Δεν μπορούσαν όμως να κάνουν διαφορετικά μια και ο Κιτρινοραμφούλης μας με την ομάδα του είχε κιόλας αναλάβει δράση.Μόνο ο κύριος Ακριβός θέλησε να δικαιολογηθεί: -μα η θάλασσα δε μολύνεται μόνο από το πετρέλαιο διαμαρτυρήθηκε ο κύριος Ακριβός, ένας από τους πολλούς ιδιοκτήτες του πλοίου. Άλλοι ρίχνουν σκουπίδια, κάποιοι ρίχνουν απόβλητα από ξενοδοχεία…
-πολύ σωστά, απάντησε ο Κιτρινοραμφούλης. Πολλοί είναι οι λόγοι που μολύνουν τη θάλασσα και όχι μόνο μια πετρελαιοκηλίδα. Για αυτό θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεχτικοί: όχι πλαστικά, αλουμίνια και κάθε είδος σκουπιδιών στις ακτές , όχι στο άδειασμα των απορριμμάτων από τα ξενοδοχεία και τα πλοία στη θάλασσα και όχι σε επικίνδυνες φορτώσεις εμπορευμάτων ή κατασκευές από τους ιδιοκτήτες των πλοίων!!!
Καιρός για δράση λοιπόν! Όλων μας!
Τα ζωάκια, τα φυτά, τα παιδιά και ο Κιτρινοραμφούλης αφοσιώθηκαν στον καθαρισμό της πετρελαιοκηλίδας με θέληση και όρεξη και έτσι μετά από μερικές μέρες η προσπάθεια τους έφερε αποτέλεσμα! είχε καθαριστεί και η τελευταία σταγόνα πετρελαίου και η θάλασσα είχε επανέλθει στην αρχική της ηρεμία. Ο Κιτρινοραμφούλης κι όλη η παρέα του ήταν αισιόδοξοι. Το κακό είχε περάσει και είχε γίνει σε όλους μάθημα πως η προστασία της θάλασσας ήταν και δική τους υπόθεση. Ο Κιτρινοραμφούλης δεν έκρυβε τη χαρά του!όλοι οι φίλοι του τον είχαν βοηθήσει! Τώρα μετά από τόση αγωνία και κούραση θα μαζεύονταν ξανά στο γέρικο πεύκο, κάτω στο ξέφωτο του δάσους για να ακούσουν παραμύθια και ιστορίες, ίσως κάποιες από αυτές πολύ αληθινές…
« θα σας πω μια ιστορία
που όμως είναι αληθινή,
γιατί από τα πολλά ταξίδια
χίλια πράγματα έχω δει…»
ξεκίνησε την αφήγησή του ο Κιτρινοραμφούλης ενώ παιδιά και ζώα ξάπλωσαν ξέγνοιαστα για να τον ακούσουν……
Μία Ιστορία της Σωτηρίας Γεωργοτά
ευχαριστούμε.
Η σημερινή όμως, μέρα δεν ξεκίνησε και τόσο χαρούμενα για αυτόν.Ένα περίεργο όνειρο τον έχει αναστατώσει πολύ: Ήταν λέει, κολλημένος στη θάλασσα, τα δυο του πόδια βυθίζοταν σε ένα παχύ μαύρο υγρό και τα λευκά του φτερά βρώμικα πια και κατάμαυρα κολλούσαν από την πίσσα. Προσπαθούσε να πετάξει ,αλλά μάταια... δε μπορούσε με τίποτα να ξεκολλήσει.Ήταν εγκλωβισμένος σε μια παχύρευστη ρυπαρή μάζα, γύρω του όλα τα ψάρια επέπλεαν νεκρά....Το πρωί ξύπνησε ανήσυχος ,η διαίσθησή του τού έλεγε πως κάτι δεν πήγαινε καλά....αυτό το όνειρο προμήνυε άσχημα μαντάτα.
Και δεν ήταν μόνο αυτό. Είχαν περάσει μέρες τώρα και δεν είχε φανεί πουθενά κανένας φίλος του από το δάσος, μήτε παιδί, μήτε ζωάκι. Τι να είχε γίνει;Πού είχαν εξαφανιστεί όλοι;Ήξερε πως τα παιδιά κάθε δυο μέρες το πολύ τον αναζητούσαν στο δάσος για να τους διηγηθεί τα παραμύθια του.Τον καλούσαν με τις αθώες φωνούλες τους και τα χαχανητά τους και φτιάχνοντας έναν κύκλο τον έβαζαν στη μέση για να τον ακούν όλοι το ίδιο καλά...τέντωναν τα αυτιά τους,έκλειναν τα μάτια και ταξίδευαν με τη φαντασία τους σε κάθε βουνό,ρυάκι,πόλη ή νησί που ο Κιτρινοραμφούλης τους έλεγε .Και τώρα;γιατί δεν άκουγε ούτε ένα ψίθυρο;
-τι να έγινε άραγε; μήπως με ξέχασαν; -μήπως δεν τους αρέσουν πια οι ιστορίες;
-μήπως δεν είμαι πια ο φίλος τους;
σιγομουρμούριζε περπατώντας πάνω - κάτω με τα ψηλά, λεπτά του πόδια .....ίσως τα παιδιά να ξεχάστηκαν με το παιχνίδι, ίσως να έμειναν στο σπίτι μετά από την ξαφνική νεροποντή που έκανε πριν λίγες μέρες, ίσως διαβάζουν τα μαθήματά τους και δεν προλαβαίνουν, ίσως…
Όμως, ό, τι και να σκέπτονταν δε μπορούσε να ξεχαστεί ,ούτε μπορούσε να ησυχάσει.
-Σίγουρα κάτι έχει συμβεί, κάτι πολύ άσχημο, πετάχτηκε αποφασισμένος ,και θα το μάθω πολύ σύντομα. Γιαυτό και αποφάσισε να πετάξει μέχρι το ξέφωτο του δάσους, εκεί που ήταν το σημείο συνάντησης με τους φίλους του, κάτω από το μεγάλο, γέρικο πεύκο.Προς μεγάλη του απογοήτευση, οι φόβοι του βγήκαν αληθινοί.Πουθενά δεν υπήρχε ούτε κανένα από τα παιδιά, μα ούτε και κανένα από τα ζώα του δάσους. Μια τρομακτική σιγή απλώνονταν παντού, λες και στο δάσος είχε σταματήσει κάθε ίχνος ζωής.Ο Κιτρινοραμφούλης δε δίστασε. Περπάτησε προσεχτικά στα μονοπάτια που άλλοτε γέμιζαν από παιδικές φωνές, έψαξε στις φωλιές των ζώων, πέταξε και κοίταξε ψηλά στις φωλιές των πουλιών.Πουθένα ,κανένα σημάδι από τους φίλους του.
-« τι έγινε; που χάθηκαν όλοι;» συλλογίστηκε. Συνέχισε να περπατά απορημένος, διέσχισε το δάσος και σιγά σιγά πήρε το κατηφορικό μονοπάτι που οδηγούσε προς τη θάλασσα.Από μακριά ακούγοταν θόρυβος, ασύνδετες λέξεις ,φασαρία...φωνές άγνωστες και άγριες έφταναν στα αυτιά του. Φωνές γεμάτες οργή και θυμό, σκόρπιες λέξεις και αναστάτωση…όσο όμως πλησίαζε τα πράγματα γινόταν πιο ξεκάθαρα,κάποιες φωνές του φαίνοταν γνωστές ...
Τίναξε τότε τα ολόλευκα φτερά του και πέταξε γρήγορα στο μέρος που ακούγονταν η φασαρία για να διαπιστώσει τι συμβαίνει. Από ψηλά αντίκρυσε ένα ασυνήθιστο θέαμα:Πλήθος κόσμου ήταν συγκεντρωμένο στην παραλία και μαζί με αυτόν τα παιδιά και τα ζωάκια του δάσους που τόσες μέρες είχε να συναντήσει. Δεν μπορούσε όμως να χαρεί, γιατί τα πρόσωπά τους έμοιαζαν τόσο σκυθρωπά...κάτι τα απασχολούσε...έπρεπε λοιπόν γρήγορα να μάθει...Σήκωσε ψηλά το μακρύ λαιμό του και έριξε γύρω γύρω μια προσεχτική ματιά.Η εικόνα που αντίκρισε ήταν τρομακτική: στην άλλοτε γαλάζια θάλασσα είχε απλωθεί μια πηχτή κατάμαυρη γυαλιστερή μπογιά που κινούταν αργά και απειλητικά προς την παραλία και νόμιζες πως θα σε καταπιεί. Στην ακτή το θέαμα ήταν εξίσου αποκρουστικό: μικρά, ψόφια ψαράκια βουτηγμένα στη μαύρη μπογιά είχαν γεμίσει την παραλία. Πλησίασε τα παιδιά και τα ζώα του δάσους και ρώτησε να μάθει τι συμβαίνει. Ο Κιτρινοραμφούλης νόμισε ότι βλέπει και πάλι κάποιο άσχημο όνειρο ή ότι ακούει αυτός τώρα μια ιστορία από τους φίλους του, μα μια ιστορία τόσο τρομαχτική που δεν μπορούσε να πιστέψει πως ήταν και αληθινή.
…ένα μεγάλο πλοίο, μάλλον ένα δεξαμενόπλοιο, με έναν περίεργο τρόπο χτύπησε στα βράχια, άρχισε να εξιστορεί ένα από τα παιδιά…
….κανείς δεν ξέρει το γιατί, συνέχισε ένας μικρός κότσυφας, κάποιοι λένε πως φταίει μια ξαφνική ανεμοθύελλα που το έσπρωξε στα βράχια
…άλλοι λένε πως ήταν ανθρώπινο λάθος και πως ο καπετάνιος του πλοίου δεν πρόσεξε και προσάραξε στα βράχια, συνέχισε ο σκίουρος
..το πλοίο όμως δεν άντεξε, σχίστηκε στα δυο, αναστέναξε η σοφή κουκουβάγια
..και το χειρότερο δεν είναι αυτό, γιατί το πλοίο, όπως είπαν τα παιδιά, ήταν δεξαμενόπλοιο, που σημαίνει ,ότι κουβαλούσε πετρέλαιο.. το πετρέλαιο αυτό χύθηκε στη θάλασσα, ίσως όχι όλο, μα σίγουρα πολύ για να προκαλέσει μια τέτοια οικολογική καταστροφή ,είπε γεμάτος θλίψη ένας ολόλευκος γλάρος που ζούσε με την οικογένειά του κοντά στην ακτή.
Δεξαμενόπλοιο, πετρέλαιο, απροσεξία, μαύρη θάλασσα, όλες αυτές οι λέξεις αντηχούσαν στα αυτιά του Κιτρινοραμφούλη και τον φόβιζαν.Κατάλαβε αμέσως πως το ατύχημα του πλοίου είχε προκαλέσει μια μικρή πετρελαιοκηλίδα στη θάλασσα που,αν δεν αναλάμβαναν δράση αμέσως,θα μεγάλωνε και θα προκαλούσε τεράστια ζημιά όχι μόνο στη θάλασσα,αλλά και στην ακτή...Ανήσυχος, και αφού βεβαιώθηκε πως από το πλήρωμα του πλοίου δεν είχε κινδυνεύσει κανείς , αποφάσισε να βρει λύση.
-Δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο! πρέπει πολύ γρήγορα να βρεθεί λύση, φώναξε τότε από ψηλά και σε όλους ο Κιτρινοραμφούλης.
-δεν υπάρχει λύση , βροντοφώναξε ένας από τους μεγάλους της παρέας.Πώς να καθαρίσουμε μια πετρελαιοκηλίδα; κανείς δε συμφωνεί!
-Η λύση υπάρχει αγαπητοί μου και είναι μία! αποκρίθηκε ο κύριος Ακρίδας, ένας κύριος ψηλός,ξερακιανός με γαλάζιο κοστούμι και ένα χρυσό,πανάκριβο ρολόι να αστράφτει στο δεξί του χέρι... Η εταιρεία μου, στην οποία ανήκει και το πλοίο, αναλαμβάνει την ευθύνη και θα καθαρίσει την πετρελαιοκηλίδα σκορπώντας χημικά διαλυτικά!
Η διαβεβαίωση του πλοιοκτήτη προκάλεσε σε όλους ανακούφιση!Α!τι καλά,άρχισαν να φωνάζουν...-άδικα ανησυχήσαμε!Η λύση είναι τόσο απλή !
Στα ζωάκια όμως κάτι δεν άρεσε, το ίδιο και στα παιδιά. Κοίταξαν με αγωνία τον Κιτρινοραμφούλη. Ανάμεσα στις τόσες ιστορίες που τους είχε διηγηθεί δεν είχε παραλείψει να τους περιγράψει για τη ζωή που υπάρχει στο βυθό της θάλασσας. Ένας ολάκερος κόσμος κάτω από το νερό: ψάρια, φύκια , κοχύλια. κοράλλια, χταπόδια, αχινοί, αστερίες …ένας κόσμος που τώρα θα κινδύνευε σοβαρά από μια απερίσκεπτη κίνηση.
-τα χημικά διαλυτικά δε θα καθαρίσουν μόνο το πετρέλαιο! θα καταστρέψουν και το βυθό της θάλασσας ! φώναξε τότε ο Κιτρινοραμφούλης και μαζί με αυτόν φώναξαν τα παιδιά ,μα και όλα τα ζώα του δάσους που αγαπούσαν τόσο τα ζώα του βυθού.
-θα καθαρίσουμε το πετρέλαιο, αλλά με άλλο τρόπο! συνέχισε ο Κιτρινοραμφούλης,
ενώ η παρέα των εφοπλιστών συνέχισε να διαμαρτύρεται.
- Δεν υπάρχει άλλος τρόπος επέμειναν! Μόνο έτσι θα κερδίσουμε χρόνο και όπως ξέρετε ο χρόνος είναι χρήμα!!! Ο Κιτρινοραμφούλης όμως, ήταν σα να μην τους άκουγε. Είχε κιόλας οργανώσει μια μεγάλη ομάδα που θα βοηθούσε στον καθαρισμό της θάλασσας και άρχισε να τους κατευθύνει εξηγώντας τους πως έπρεπε να είναι πολύ προσεχτικοί : θα βουτούσαν μεγάλα μαλακά σφουγγάρια και θα ρουφούσαν το πετρέλαιο από την επιφάνεια της θάλασσας .Στη συνέχεια θα το άδειαζαν σε δοχεία που τα άλλα ζώα θα μετέφεραν σε ασφαλές σημείο, στους «σταθμούς διάθεσης», μακριά απ΄ αυτήν.
Μια ομάδα ερωδιών και μια ομάδα φλαμίνγκο ήταν αυτοί που θα βουτούσαν στο μολυσμένο νερό και με τη βοήθεια του ράμφους τους που θα το χρησιμοποιούσαν σα λαβίδα, θα βουτούσαν τα σφουγγάρια για να ρουφήξουν το πετρέλαιο.
- εσείς μικροί ερωδιοί ,μαζί με τα φλαμίνγκο κρατήστε με το ράμφος σας σφουγγάρια του βυθού
και δίχως να διστάζετε, βουτήξτε από ψηλά,
ρουφήξτε το πετρέλαιο πολύ προσεχτικά!
Η φωνή του Κιτρινοραμφούλη όμως, είχε φτάσει και μέχρι το απέναντι αγρόκτημα που απλωνόταν στους πρόποδες ενός μικρού, καταπράσινου λόφου. Εκείνη την ώρα η κυρά Κολοκύθα μαζί με άλλες κολοκύθες είχαν χορτάσει με κρύο δροσερό νερό από το καθημερινό πότισμα της κυρά Χαρούλας και νωχελικά λιαζόταν κάτω από τις ζεστές, χρυσοκίτρινες ακτίνες του ήλιου. Η πιο χοντρή και ζουμερή κολοκύθα που τον άκουσε, άνοιξε τα μάτια της, τέντωσε αργά αργά το δυσκίνητο σώμα της και είπε στις άλλες χοντροκολοκύθες:
-νομίζω πως αρκετά τεμπελιάσαμε και πως ήρθε η ώρα να βοηθήσουμε τον Κιτρινοραμφούλη! Έτσι ,αποχωρίστηκαν για λίγο την ξενοιασιά και κυλώντας έφτασαν ως την παραλία όπου ήταν όλοι συγκεντρωμένοι. -εμείς μπορούμε να γίνουμε πολύ ωραία δοχεία που σε αυτά θα αδειάζετε το πετρέλαιο, είπαν χαρούμενες στον Κιτρινοραμφούλη και αμέσως πήραν θέση μαζί με τα παιδιά και τα ζωάκια του δάσους
Ο σκίουρος, ο λαγός, η χελώνα, η αλεπού , ο κότσυφας και η γαλαζοπαπαδίτσα, ακόμα και το μικρό μυρμήγκι θα βοηθούσαν στη μεταφορά! -Πρώτα θα καθαρίσουμε το πετρέλαιο και μετά θα ρυμουλκήσετε τα πλοίο σας, για αυτό καλά θα κάνετε να μας βοηθήσετε ,είπαν τα ζωάκια στους πλοιοκτήτες και στρώθηκαν στη δουλειά. Δεν ήταν καθόλου εύκολο, μα ήξεραν πως θα τα καταφέρουν!
Οι ιδιοκτήτες του πλοίου ενοχλήθηκαν, δεν τους άρεσε καθόλου η ιδέα να περιμένουν τόσες ώρες για να καθαριστεί η θάλασσα και να μπορέσουν να ρυμουλκήσουν το πλοίο τους.Δεν μπορούσαν όμως να κάνουν διαφορετικά μια και ο Κιτρινοραμφούλης μας με την ομάδα του είχε κιόλας αναλάβει δράση.Μόνο ο κύριος Ακριβός θέλησε να δικαιολογηθεί: -μα η θάλασσα δε μολύνεται μόνο από το πετρέλαιο διαμαρτυρήθηκε ο κύριος Ακριβός, ένας από τους πολλούς ιδιοκτήτες του πλοίου. Άλλοι ρίχνουν σκουπίδια, κάποιοι ρίχνουν απόβλητα από ξενοδοχεία…
-πολύ σωστά, απάντησε ο Κιτρινοραμφούλης. Πολλοί είναι οι λόγοι που μολύνουν τη θάλασσα και όχι μόνο μια πετρελαιοκηλίδα. Για αυτό θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεχτικοί: όχι πλαστικά, αλουμίνια και κάθε είδος σκουπιδιών στις ακτές , όχι στο άδειασμα των απορριμμάτων από τα ξενοδοχεία και τα πλοία στη θάλασσα και όχι σε επικίνδυνες φορτώσεις εμπορευμάτων ή κατασκευές από τους ιδιοκτήτες των πλοίων!!!
Καιρός για δράση λοιπόν! Όλων μας!
Τα ζωάκια, τα φυτά, τα παιδιά και ο Κιτρινοραμφούλης αφοσιώθηκαν στον καθαρισμό της πετρελαιοκηλίδας με θέληση και όρεξη και έτσι μετά από μερικές μέρες η προσπάθεια τους έφερε αποτέλεσμα! είχε καθαριστεί και η τελευταία σταγόνα πετρελαίου και η θάλασσα είχε επανέλθει στην αρχική της ηρεμία. Ο Κιτρινοραμφούλης κι όλη η παρέα του ήταν αισιόδοξοι. Το κακό είχε περάσει και είχε γίνει σε όλους μάθημα πως η προστασία της θάλασσας ήταν και δική τους υπόθεση. Ο Κιτρινοραμφούλης δεν έκρυβε τη χαρά του!όλοι οι φίλοι του τον είχαν βοηθήσει! Τώρα μετά από τόση αγωνία και κούραση θα μαζεύονταν ξανά στο γέρικο πεύκο, κάτω στο ξέφωτο του δάσους για να ακούσουν παραμύθια και ιστορίες, ίσως κάποιες από αυτές πολύ αληθινές…
« θα σας πω μια ιστορία
που όμως είναι αληθινή,
γιατί από τα πολλά ταξίδια
χίλια πράγματα έχω δει…»
ξεκίνησε την αφήγησή του ο Κιτρινοραμφούλης ενώ παιδιά και ζώα ξάπλωσαν ξέγνοιαστα για να τον ακούσουν……
Μία Ιστορία της Σωτηρίας Γεωργοτά
ευχαριστούμε.