Όλα τα παιδιά έχουν μια έμφυτη κλίση στο χορό. Πως μπορούμε να αξιοποιήσουμε αυτό του το ταλέντο, ώστε να το βοηθήσουμε να εκφραστεί δημιουργικά;
Η σχέση του μωρού με την κίνηση ξεκινάει από τη σύλληψη. Οι ζωτικές μας λειτουργίες, ο χτύπος της καρδιάς, η αναπνοή δίνουν τη βάση της σχέσης μας με το ρυθμό. Όταν το μωρό τελικά έρχεται στον κόσμο, αντιδρά ανάλογα με τα ερεθίσματα που προσλαμβάνει, και διαμορφώνει τη δική του σχέση με το ρυθμό.
Από την κοιλιά της μαμάς
«Τα παιδιά από πολύ μικρή ηλικία, πριν ακόμα μιλήσουν, έχουν έντονη την αίσθηση του ρυθμού», μας λέει η κ. Ευγενία Σιγαλού, παιδαγωγός και καθηγήτρια δημιουργικού χορού. «Είναι μια αυθόρμητη και πηγαία εκδήλωση χαράς, που εκφράζεται ρυθμικά με το σώμα τους. Φυσικά, το περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγαλώνουν παίζει ρόλο. Αν στο σπίτι ακούγεται μουσική και οι γονείς ανταποκρίνονται στο ρυθμό εύκολα, το ίδιο εύκολα θα ανταποκριθεί και αυτό». «Ο χορός, δηλαδή η κίνηση του σώματος σύμφωνα με ένα ρυθμό ή μια μελωδία, λειτουργεί ενστικτωδώς», μας λέει η κ. Λίλα Βλασσερού, καθηγήτρια χορού στο Κέντρο «Women for Life», εκπαιδευμένη στη μουσικοκινητική αγωγή και τη χοροθεραπεία. «Μόλις το παιδί σταθεί όρθιο, αναζητά τη ρυθμική κίνηση. Βλέπουμε ένα μωρό να χορεύει σε οποιονδήποτε ρυθμικό ήχο ακούσει (παλαμάκια, τραγούδι, καμπάνα), και να το χαροποιεί ιδιαίτερα. Αυτό το κάνουν όλα τα μωρά τoυ κόσμου, ανεξαρτήτως κουλτούρας, βιοτικού επιπέδου και φυλής». Ωστόσο, ο τρόπος που αντιδρούν δεν είναι για όλα ο ίδιος. «Μέσα από τον προσωπικό χορό του κάθε παιδιού, μπορούμε να δούμε πολλά πράγματα. Ειδικά στις πολύ μικρές ηλικίες, που τα παιδιά δεν μιλάνε ακόμα, ο τρόπος που κινούνται μας δίνει στοιχεία για την προσωπικότητά τους. Βλέπουμε, για παράδειγμα, πόσο χαλαρό είναι ένα παιδί ή πόσο σφιγμένο, αν είναι ντροπαλό ή εξωστρεφές, πώς αντιδρά στις απότομες κινήσεις και άλλες πλευρές της προσωπικότητάς του». Βέβαια, τα συμπεράσματα αυτά δεν μπορούμε να τα εξάγουμε μόνοι μας. Το μάτι της ειδικά εκπαιδευμένης δασκάλας χορού μπορεί να διακρίνει τις λεπτές διαφορές στην κίνηση των παιδιών, να τις αξιολογήσει, να τις ερμηνεύσει και να ενημερώσει τους γονείς.
Η κατάλληλη ηλικία για να ξεκινήσει
Η ανακάλυψη ότι τα παιδιά έχουν μια αυθόρμητη, πρωτογενή έφεση στο χορό ενθουσιάζει τους γονείς. Πότε όμως έρχεται η κατάλληλη ηλικία για να αξιοποιήσει το έμφυτο ταλέντο του; Η Λίλα Βλασσερού μάς απαντά: «Το παιδί μπορεί να έχει την πρώτη επαφή με το χορό αμέσως μόλις κοινωνικοποιηθεί, δηλαδή όταν πάει στο νηπιαγωγείο. Σε αυτή την ηλικία κάνει μουσικοκινητική αγωγή, μέσω της οποίας αναπτύσσονται η αίσθηση του ρυθμού, η κιναισθητική ικανότητα, η σχέση του παιδιού με το χώρο και το χρόνο, καθώς και η αρμονία στην κίνηση. Από τα 7 χρόνια και μετά, μπορεί να αρχίσει να μαθαίνει τεχνική χορού. Οι νεαρές ηλικίες (7-12 ετών) είναι προτιμότερο να ξεκινάνε με κλασικό μπαλέτο, γιατί διδάσκει τη φόρμα και την πειθαρχία. Έτσι, δίνονται οι βάσεις για την εκμάθηση οποιουδήποτε άλλου είδους χορού στο μέλλον». Ακόμα, λοιπόν, κι αν τα όνειρα ενός μαθητευόμενου χορευτή είναι πιο κοντά στη σάλσα ή το μπρέικντανς, οι βάσεις μπαίνουν με χορογραφίες της κουλτούρας της Λίμνης των Κύκνων.
Χορός και διατροφικές διαταραχές
Υπάρχει, αλήθεια, σύνδεση ανάμεσα στο μπαλέτο και τις διατροφικές διαταραχές ή είναι ένας μύθος; Η κ. Ευγενία Σιγαλού, παιδαγωγός και καθηγήτρια δημιουργικού χορού, απαντά: «Ο κίνδυνος μιας διατροφικής διαταραχής σχετίζεται με τον τρόπο που ο γονιός φροντίζει το σώμα και τις ανάγκες του παιδιού. Είναι καλό όλα τα παιδιά να είναι ενήμερα για τις άσχημες ή επικίνδυνες συνέπειες που μπορεί να έχει η κακή σχέση με τη διατροφή και η έλλειψη αποδοχής και φροντίδας απέναντι στο σώμα (κυρίως στα κορίτσια). Ο χορός δεν μπορεί να είναι η αιτία για κάτι τέτοιο. Ωστόσο, μπορεί να ενισχύσει μια υπάρχουσα προβληματική σχέση του παιδιού με το φαγητό και με το σώμα του. Ειδικά στην περίοδο της εφηβείας, είναι σημαντικό να υπάρχει μεγαλύτερη ευαισθησία και φροντίδα. Αν το παιδί αποδεχτεί το σώμα του και καταλάβει πόσο απαραίτητο του είναι, για να μπορεί να χορεύει και να κάνει ό,τι άλλο θέλει, τότε οι κίνδυνοι περιορίζονται. Τώρα πια, βέβαια, και ο χορός (ειδικά ο σύγχρονος) δεν απαιτεί συγκεκριμένους σωματότυπους. Έχει εξελιχθεί τόσο, ώστε να αντιμετωπίζει τον άνθρωπο πολυδιάστατα, τόσο σε ψυχικό όσο και σε σωματικό επίπεδο».
Ο χορός σαν θεραπεία
Ο τρόπος που κινείται το κάθε παιδί μπορεί να αποκαλύψει αρκετά στοιχεία για την ιδιοσυγκρασία του, οπότε μας ενημερώνει και για ενδεχόμενα κινητικά ή άλλα προβλήματα. Η δυνατότητα κινητικής έκφρασης λειτουργεί ευεργετικά, ακόμα και στο παιδί που μπορεί να παρουσιάζει κάποια δυσλειτουργική συμπεριφορά. Με το χορό εκτονώνεται κι εκφράζεται πιο εύκολα. Με τη χοροθεραπεία το παιδί μαθαίνει να αναγνωρίζει τα συναισθήματά του, να τα εκφράζει και, κατά συνέπεια, να μπορεί να ελέγχει την παρορμητική συμπεριφορά. Το βοηθά, επίσης, να διαχειρίζεται καλύτερα καταστάσεις που του προκαλούν στρες, όπως ένα νέο αδερφάκι, ένα καινούργιο σχολείο ή ο χωρισμός της μαμάς και του μπαμπά. Οι τεχνικές της χοροθεραπείας υποστηρίζουν το παιδί, ώστε να αποκτήσει τις δεξιότητες που χρειάζεται, για να έχει καλή σχέση με τον εαυτό του και κατά συνέπεια καλύτερες σχέσεις με τους γονείς του και το περιβάλλον.