Μύθοι του Αισώπου - Ήλιος και Βοριάς

   



Κάποτε ο Ήλιος κι ο Βοριάς μάλωναν για το ποιος είναι ο πιο δυνατός.

Ο Βοριάς ισχυριζόταν πως δεν χωράει αμφιβολία πως αυτός είναι ο πιο δυνατός. Όταν βάζει όλη του τη δύναμη σηκώνει βουνό τα κύματα στη θάλασσα, γκρεμίζει σκεπές, σπάζει κλαδιά και ξεριζώνει ολόκληρα δέντρα, ξεσχίζει τα θερμοκήπια, αναγκάζει ανθρώπους και ζώα να αναζητήσουν καταφύγιο, γιατί δεν αντέχουν να σταθούν απροστάτευτοι στην παγωμένη αγριάδα του.

Ο Ήλιος βέβαια πίστευε στη δική του παντοδυναμία. Ποιος μπορούσε σ΄όλη την πλάση να τον ξεπεράσει; Αυτός ήταν ο βασιλιάς του κόσμου. Χωρίς το δικό του φως και τη δική του θέρμη τίποτα δεν θα υπήρχε.

Έπρεπε όμως να βρεθεί μια συγκεκριμένη χειροπιαστή αφορμή, για να αναμετρηθούν οι δυο αντίπαλοι. Και δεν άργησε να βρεθεί…
Ένας τσοπάνος ανηφόριζε προς τη στάνη όπου βρίσκονταν τα προβατάκια του. Θα τα έβγαζε για τη βοσκή. Φορούσε την κάπα του, φτιαγμένη από προβιές. Ο Ήλιος πρώτος τον είδε, καθώς ανέβαινε στον θόλο τ' ουρανού, και φώναξε στον κυρ Βοριά:

«Τι λες; Δοκιμάζουμε τη δύναμή μας πάνω σ΄αυτόν τον τσοπάνο; Όποιος είναι πιο δυνατός, ας του βγάλει την κάπα…».

Πρόθυμα δέχθηκε ο Βοριάς κι άρχισε πρώτος αυτός να φυσά με όλη του τη δύναμη. Όλα τα ζωντανά πάγωσαν και τρόμαξαν από το άγριο φύσημα του Βοριά κι ο τσοπάνος μας, που χωρίς να το ξέρει είχε βρεθεί ανάμεσα στους δυο «γίγαντες» που αντιμάχονταν, έσφιξε την κάπα του γερά και περπάτησε βιαστικά, για να φτάσει συντομότερα στη στάνη του, να βρει καταφύγιο. Ο Βοριάς κόντεψε να σκάσει από το φύσημα, αλλά δεν κατάφερε να βγάλει την κάπα του τσοπάνη. Σώπασε λοιπόν πικραμένος.

Ήρθε τώρα η σειρά του Ήλιου. Δεν προσπάθησε πολύ. Έλαμψε χαρούμενος, ανέβηκε λίγο πιο ψηλά κι έστειλε τις θερμές αχτίδες του πάνω στον τσοπάνη. «Αχ! Τι καλά που έκοψε ο Βοριάς! Τι καλά που ζέστανε! Θα βγάλω τα προβατάκια μου να χαρούν τον ήλιο! Ουφ! Πολύ βαριά είναι η κάπα μου, ας την ξεφορτωθώ…», είπε εκείνος κι έβγαλε το χοντρό του πανωφόρι.

Γύρισε τότε ο Ήλιος και είπε στο Βοριά που έφευγε μακριά ντροπιασμένος:

«Να λοιπόν, που σε περνώ στη δύναμη.
Αλλά, ξέρε το, σε περνώ
γιατί πάω με το καλό
κι εσύ πας με το κακό….

Δύναμη αληθινή
είναι η καλοσύνη
και νικά τη βία
τη γεμάτη από κακία…».

Το κακό προκαλεί πολλά προβλήματα, προσπαθεί να επιβληθεί εντυπωσιακά και φαίνεται πολύ δυνατό. Το νικά όμως η αληθινή δύναμη, που είναι η καλοσύνη. Η καλοσύνη είναι αφανής, είναι ήρεμη και επικρατεί ειρηνικά.

Απόδοση: Σταυρούλα Κουμενίδου, Δασκάλα
Εικονογράφηση: Μαρίνα Ξυνού



Εκτύπωση ανάρτησης ή δημιουργία Pdf ή αποστολή της με Email